ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΤΟΥ ΣΥΡΙΖΑ
«Καθρέφτης» οι θέσεις του για την Υγεία…
Μπορεί να υπάρξει ένα πρόγραμμα που να υπηρετεί ταυτόχρονα τα συμφέροντα του κεφαλαίου και τις ανάγκες του λαού; Το ερώτημα αυτό, το οποίο βέβαια έχει απαντηθεί ξανά και ξανά αρνητικά, μεταξύ άλλων και από τη διακυβέρνησή του τα προηγούμενα χρόνια, επαναφέρει η συζήτηση για το πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ, οι βασικοί άξονες του οποίου ψηφίστηκαν την περασμένη Παρασκευή από το Πολιτικό του Συμβούλιο.
Αξίζει να σταθούμε στο παράδειγμα της Υγείας, που δίνει μια επιπλέον ιδέα για το πώς απαντιέται το αρχικό ερώτημα και μάλιστα σε συνθήκες που ο ΣΥΡΙΖΑ κατηγορεί την κυβέρνηση της ΝΔ για τη διαχείριση της πανδημίας.
Σε μια περίοδο λοιπόν που οι εκατόμβες νεκρών αποκαλύπτουν ότι οι λαϊκές ανάγκες δεν συμβιβάζονται με την επιχειρηματική δράση στην Υγεία και στο Φάρμακο, αναδεικνύοντας την ανάγκη για την κατάργησή της και για ένα αποκλειστικά δημόσιο και δωρεάν σύστημα Υγείας, με παραπέρα ενίσχυση με μόνιμες προσλήψεις και μέσα, οι προτάσεις του ΣΥΡΙΖΑ έρχονται στο όνομα της «καθολικής κάλυψης» της Υγείας του λαού να στηρίξουν την πορεία της παραπέρα εμπορευματοποίησής της, που άλλωστε με τόση συνέπεια υπηρέτησε και ως κυβέρνηση, βάζοντας το δικό του «λιθαράκι» στα σημερινά αδιέξοδα.
Οι προτάσεις του, που περιλαμβάνουν την «ολοκλήρωση της μεταρρύθμισης στην Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας» (σε αυτήν που επί των ημερών του εισήγαγε παραπέρα «κόφτες» για τα εργατικά – λαϊκά στρώματα) και τη «θεσμική αναδιοργάνωση του ΕΣΥ» (που ενσωματώνει τις αντιδραστικές κατευθύνσεις της ΕΕ για «στοχευμένες» κοινωνικές δαπάνες ως «μακροχρόνια επένδυση» για το κεφάλαιο, αντί για καθολική κάλυψη των λαϊκών αναγκών), καταλήγουν στην πρόταση για «επικουρική – συμπληρωματική προς το ΕΣΥ λειτουργία του Ιδιωτικού Τομέα Υγείας με στόχο τη διεύρυνση της πολιτικής της καθολικής κάλυψης».
Η υποτιθέμενη αυτή «υγιής συνύπαρξη» του «ισχυρότερου» δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα, για την οποία μιλάει ο ΣΥΡΙΖΑ, όχι απλά δεν καλύπτει «συμπληρωματικά» τις λαϊκές ανάγκες, αλλά «συνδυασμένα» τις υπονομεύει: Η μέχρι τώρα πείρα εξάλλου δείχνει πώς η ιδιωτικοοικονομική λειτουργία του δημόσιου συστήματος Υγείας, με τους «κόφτες» και τους «ισοσκελισμένους» προϋπολογισμούς των τεράστιων ελλείψεων και κενών, αποτελεί «συγκοινωνούν δοχείο» με τη «δραστηριοποίηση» του κεφαλαίου και στον τομέα αυτό, με το άνοιγμα νέων πεδίων κερδοφορίας σε κλινικάρχες και ομίλους.
Στο «τέλος αυτού του δρόμου», η πείρα της πανδημίας δείχνει και το πώς η ανάγκη – αίτημα για επίταξη του ιδιωτικού τομέα και ένταξή του σε ένα ολοκληρωμένο σχέδιο, με ευθύνη του κράτους, καταλήγει στην καρικατούρα της «επίταξης – μαϊμού», με παχυλές αποζημιώσεις στους κλινικάρχες οι οποίες θα φορτωθούν και πάλι στις πλάτες του λαού…
Αντίστοιχα για το Φάρμακο, την ώρα που το ζήτημα του εμβολίου και των τεράστιων καθυστερήσεων δείχνει σε όλο του το «μεγαλείο» τι σημαίνει το Φάρμακο αντί για κοινωνικό αγαθό να είναι εμπόρευμα στα χέρια των επιχειρηματικών ομίλων, αναδεικνύοντας ταυτόχρονα την ανάγκη της κρατικής κοινωνικοποιημένης βιομηχανίας Φαρμάκου, της διεθνούς συνεργασίας για την προαγωγή της έρευνας, της μελέτης, της παραγωγής εμβολίων και φαρμάκων, ο ΣΥΡΙΖΑ στο πρόγραμμά του μιλάει για «ολοκλήρωση των μεταρρυθμίσεων που “θωρακίζουν” θεσμικά το χώρο του φαρμάκου και των προμηθειών υγείας», στο όνομα της αντιμετώπισης της «σπατάλης και διαφθοράς».
Ζητάει δηλαδή να θωρακιστεί παραπέρα το «πλαίσιο» του Φαρμάκου – εμπόρευμα, ενώ γνωστό είναι και πώς, στο όνομα του «περιορισμού της σπατάλης», ο λαός έφτασε σήμερα να πληρώνει πάνω από 1,6 δισ. ευρώ κάθε χρόνο από την τσέπη του για φάρμακα.
Αποκορύφωμα αυτής της πολιτικής είναι η πρόσφατη πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ για την «προσωρινή άρση» ή «εξαγορά» αντί για την κατάργηση της πατέντας στο εμβόλιο, που στην ουσία είναι ένας άλλος τρόπος για την εφαρμογή της, την «αποζημίωση» των κατόχων της «στη λογική της απόδοσης επένδυσης» (όπως έλεγε ο Αλ. Τσίπρας) και τον διαμοιρασμό της εγγυημένης κερδοφορίας σε περισσότερους επιχειρηματικούς ομίλους, οδηγώντας έτσι σε έναν νέο φαύλο κύκλο παζαριών και συμφωνιών με τις φαρμακοβιομηχανίες, που θα τα πληρώσουν οι λαοί.
Με αυτά τα δεδομένα, είναι κατανοητό γιατί ο ΣΥΡΙΖΑ κατηγορεί την κυβέρνηση της ΝΔ για ανικανότητα, γιατί εστιάζει σε επιμέρους διαχειριστικές πλευρές και όχι στην ουσία της πολιτικής της. Γίνεται κατανοητό ότι η συνθηματολογία του για περισσότερες προσλήψεις, για ενίσχυση του δημόσιου συστήματος, είναι κενές και αντιπολιτευτικού χαρακτήρα, αφού με την ίδια «πυξίδα» είναι σίγουρο ότι θα ακολουθούσε την ίδια πολιτική, θα οδηγούνταν στα ίδια αδιέξοδα. Ας μην ξεχνάμε άλλωστε ότι τα ευρωπαϊκά παραδείγματα που επικαλούνταν ως πρότυπα για τη διαχείριση της πανδημίας – π.χ. της Πορτογαλίας, με την «αριστερή κυβέρνηση» – δεν χρειάστηκε πολύς χρόνος για να καταρρεύσουν μπροστά στις εξελίξεις.
ΤΡΙΚΑΛΑ 15/02/2021
ΣΩΤΗΡΗΣ ΣΩΤΗΡΟΠΟΥΛΟΣ, Γραμματέας της Τομεακής Επιτροπής Τρικάλων του ΚΚΕ και μέλος της Επιτροπής Περιοχής Θεσσαλίας του ΚΚΕ