Του Βασίλη Κόκκαλη, νομικού – βουλευτή Λάρισας ΣΥΡΙΖΑ Π.Σ. – πρώην υφυπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων
«Εμείς είμαστε το κόμμα του ιδιωτικού τομέα, είμαστε το κόμμα της μεσαίας τάξης, θα τη στηρίξουμε και θα την εκφράσουμε πολιτικά», είχε υποστηρίξει ο Κυριάκος Μητσοτάκης λίγες ημέρες πριν τις εκλογές της 7ης Ιουλίου 2019. Ο σημερινός, μάλιστα, πρωθυπουργός δεσμευόταν ότι το ενδιαφέρον του δεν σχετιζόταν με κάποια πρόσκαιρη εκλογική τακτική, αλλά με μια στρατηγική που θα εφάρμοζε όταν θα έπαιρνε την εξουσία. Ενάμισι χρόνο αργότερα οι αγρότες, οι ελεύθεροι επαγγελματίες, οι γιατροί, οι δικηγόροι, οι ιδιοκτήτες ακινήτων, οι καταστηματάρχες, οι άνθρωποι της εστίασης και του τουρισμού, για να δώσω μερικά χαρακτηριστικά παραδείγματα, έχουν αισθανθεί στο πετσί τους την αδιαφορία που έχει επιδείξει ο κ. Μητσοτάκης για την οικονομική τους επιβίωση. Όπως τόνισε, άλλωστε, κι ο Αλέξης Τσίπρας στην τελευταία συζήτηση στη Βουλή, οι πράξεις έχουν σημασία κι όχι τα λόγια και σε αυτές η κυβέρνηση Μητσοτάκη έχει πάρει ένα ολοστρόγγυλο μηδέν.
Χαρακτηριστικά παραδείγματα αναλγησίας
Συμπληρώνουμε οσονούπω ένα χρόνο καραντίνας λόγω covid, με την Ελλάδα να έχει εφαρμόσει ένα από τα σκληρότερα lockdown παγκοσμίως. Φυσικά και προέχει η προστασία της ανθρώπινης ζωής και υγείας, μόνο που ούτε σε αυτό τον τομέα διαπρέπει η κυβέρνηση του «βλέποντας και κάνοντας». Η Αττική, η μεγαλύτερη περιφέρεια της χώρας, αλλά κι άλλοι νομοί βιώνουν εδώ κι εβδομάδες τις συνέπειες μιας αυστηρής καραντίνας, δίχως όμως να μειώνονται τα κρούσματα- αντιθέτως αυξάνονται κάθε φορά που τα τεστ είναι περισσότερα από το μέσο όρο- και χωρίς να μπορεί κανείς να μιλήσει για μια ημερομηνία λήξης αυτής της τραγωδίας. Την ίδια ώρα, οι πολυδιαφημισμένες νέες ΜΕΘ είναι ανύπαρκτες, όπως αποδεικνύεται από το ότι οι υπάρχουσες «κοκκινίζουν» με μόλις μερικές εκατοντάδες νοσηλευόμενους, οι γιατροί, οι νοσηλευτές κι ο προϋπολογισμός για την υγεία είναι χαμηλότεροι από πέρυσι, ενώ έχει αυξηθεί κατακόρυφα και η θνησιμότητα από άλλες ασθένειες.
Η κυβέρνηση Μητσοτάκη εξακολουθεί να πορεύεται χωρίς σχέδιο κι ως προς την ανακούφιση της μεσαίας τάξης, η οποία πλήττεται βάναυσα από το πάγωμα της οικονομικής δραστηριότητας. Δεν υπάρχει χαρακτηριστικότερο παράδειγμα από τους επαγγελματίες και τους εργαζόμενους στην εστίαση- το μεγαλύτερο εργοδότη μετά από το Δημόσιο- οι οποίοι πρόσφατα, μάλιστα, σε μια συμβολική κίνηση διαμαρτυρίας παρέδωσαν τα κλεδιά τους στον προκαλούντα με τις δηλώσεις του υπουργό Ανάπτυξης, Άδωνι Γεωργιάδη. Παραμένουν χωρίς ουσιαστική στήριξη, με συνέπεια μία στις δύο επιχειρήσεις να απειλείται με κλείσιμο, ενώ είναι άγνωστο πότε θα ξανανοίξουν, το πιθανότερο μετά το Πάσχα. Κι όμως, σε χώρες της Νότιας Ευρώπης (Ιταλία, Ισπανία, Μάλτα, Σλοβενία), που ο καιρός βοηθά περισσότερο όπως και στη δική μας, η εστίαση λειτουργεί, με αυστηρά βεβαίως υγειονομικά πρωτόκολλα κι ωράριο λειτουργίας αλλά λειτουργεί. Τόσο εξωφρενικό είναι, άραγε, να λειτουργήσει και στην Ελλάδα, με τα ίδια αυστηρά κριτήρια και σε εξωτερικούς χώρους όταν ήδη από το Φεβρουάριο έχουμε καλοκαιρία; Είναι προτιμότερο, δηλαδή, οι πολίτες να συνωστίζονται στα λίγα τετραγωνικά πρασίνου των πόλεών μας; Κι από τη στιγμή που ο κόσμος βρισκεται έτσι κι αλλιώς έξω, ποιος ο λόγος- πάλι με αυστηρά πρωτόκολλα και περιορισμούς- να μην μπορεί να ψωνίσει από τα καταστήματα της γειτονιάς του;
Παραλλήλως, η κυβέρνηση ασκεί κοινωνική πολιτική ως προς τα ενοίκια στην πλάτη των ιδιοκτητών ακινήτων, πολλοί εκ των οποίων βιοπορίζονται από αυτά. Τι να το κάνουν αυτοί οι άνθρωποι το αφορολόγητο όταν δεν αποζημιώνονται πλήρως; Ομοίως, τι να τα κάνουν οι ιδιοκτήτες τουριστικών καταλυμάτων τα «tourism4all» όταν ακόμα δεν έχουν πληρωθεί την περσινή οφειλόμενη συνεισφορά από το κράτος; Είναι δυνατό να μην έχουν νομοθετηθεί ακόμα φορολογικές κι ασφαλιστικές ελαφρύνσεις για τους δικηγόρους, να μην τους έχει καταβληθεί έκτακτη οικονομική ενίσχυση αδιακρίτως και να μην έχουν απαλλαγεί από την υποχρέωση καταβολής τέλους επιτήδευματος;
Αλλά και στο δημόσιο τομέα, οι γιατροί και οι νοσηλευτές έχουν ξεπεράσει το όριο του «burn out», αλλά ούτε αυξήσεις ούτε βαρέα κι ανθυγιεινά προβλέπονται για τους ήρωες που, κατά τα άλλα, η κυβέρνηση μας παρακινούσε να χειροκροτούμε από τα μπαλκόνια μας. Ακόμα και για τους αστυνομικούς, το έργο των οποίων καπηλεύεται η κυβέρνηση, δεν έχουν φροντίσει να τους μειώσουν τα επιτόκια των στεγαστικών τους δανείων από το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων. Όσο για τους αγρότες, η κυβέρνηση όχι μόνο μοιάζει ανίκανη να χαράξει μια μακροπρόθεσμη και βιώσιμη αγροτική πολιτική, αλλά ούτε καν να ανταποκριθεί στις στοιχειώδεις υποχρέωσεις της, όπως στην καταβολή χρωστούμενων αποζημιώσεων.
Ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ έχει μια πολύ διαφορετική αντίληψη
Αν στο υγειονομικό κομμάτι η κυβέρνηση έχει ποντάρει τα πάντα στους εμβολιασμούς, στο οικονομικό έχει πράξει το ίδιο με το Ταμείο Ανάκαμψης, τα περισσότερα χρήματα από το οποίο όμως θα έρθουν από το 2022 και μετά. Μάλιστα θα προτείνει αυτά να διοχετευτούν μέσα από τις συστημικές τράπεζες, από τις οποίες οι περισσότεροι μικρομεσαίοι δεν μπορούν να περάσουν ούτε απέξω. Μέχρι τότε τι γίνεται; Όποιος επιβιώσει, επιβίωσε και για τους υπόλοιπους έχε γεια; Αλήθεια, αυτά υποσχέθηκε ο κ. Μητσοτάκης προεκλογικώς;
Ο ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία έχει μια πολύ διαφορετική αντίληψη, την οποία μάλιστα παρουσίασε στον ελληνικό λαό από την πρώτη ημέρα της πανδημίας. Οι μη επιστρεπτέες ενισχύσεις, η κάλυψη ασφαλιστικών και μέρους των μισθολογικών υποχρεώσεων των επιχειρήσεων, η ρύθμιση και το «κούρεμα» μέρους του ιδιωτικού χρέους θα έπρεπε να είχαν γίνει προχθές, ούτε καν χθες. Γι’ αυτό και θα επιμείνουμε, κόντρα στις κυβερνητικές ιδεοληψίες και στο σχέδιο Πισσαρίδη που προκρίνουν τον έλεγχο της αγοράς από λίγους, στην αναγκαιότητα στήριξης της μικρομεσαίας επιχειρηματικότητας. Συμβάλαμε, άλλωστε, κι εμείς για να κρατηθεί όρθια στα χρόνια των μνημονίων όχι για να έλθει σαν οδοστρωτήρας ο κ. Μητσοτάκης και να τη σαρώσει, αλλά για να αναπτυχθεί όταν οι συνθήκες θα είναι ευνοϊκότερες. Η κυβέρνηση δεν το θέλει. Εμείς και το θέλουμε και το μπορούμε και θα το κάνουμε όταν επιστρέψουμε σοφότεροι.