Η ακρίβεια συνεχίζει να πλήττει ανελέητα τα ελληνικά νοικοκυριά, με τον οικογενειακό προϋπολογισμό να εξαντλείται πλέον πολύ πριν το τέλος του μήνα. Ολόκληρες οικογένειες βρίσκονται σε απόγνωση, προσπαθώντας να τα βγάλουν πέρα μέσα σε ένα περιβάλλον διαρκώς αυξανόμενων τιμών, ακόμη και σε βασικά αγαθά.
Τα φρούτα, που άλλοτε στόλιζαν το καθημερινό τραπέζι, έχουν εξελιχθεί σε πολυτέλεια. «Πέρυσι αγοράζαμε ροδάκινα με 1,5 ευρώ, φέτος τα πληρώνουμε 3,5», λέει χαρακτηριστικά ο πρόεδρος της Ένωσης Εργαζομένων Καταναλωτών Ελλάδας, Απόστολος Ραυτόπουλος, επισημαίνοντας πως η αύξηση στις τιμές φρούτων άγγιξε το 19,3% τον Ιούλιο, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ.
Το φαινόμενο δεν περιορίζεται στα φρούτα. Κρέας, ψάρια, καφές και είδη ζαχαροπλαστείου ακολουθούν τον ίδιο δρόμο, με τις ανατιμήσεις να «ροκανίζουν» σιγά-σιγά το εισόδημα των καταναλωτών. «Η απόσταση της τιμής από το χωράφι στο ράφι είναι από τρεις έως και δέκα φορές πάνω», σημειώνει ο κ. Ραυτόπουλος, αποτυπώνοντας το παράλογο του μηχανισμού τιμολόγησης.
Αντί να επωφεληθούν οι καταναλωτές από τη φετινή καλή σοδειά, όπως θα ήταν αναμενόμενο, παρακολουθούν τους παραγωγούς, τους εμπόρους και τους μεσάζοντες να «βγάζουν τα σπασμένα» από τις ζημιές των προηγούμενων ετών – με αποτέλεσμα το κόστος να μετακυλίεται για άλλη μια φορά στους ίδιους.
Οι προβλέψεις για το φθινόπωρο μόνο αισιοδοξία δεν γεννούν. Η έλλειψη εργατικών χεριών, η αύξηση στο κόστος λιπασμάτων και φυτοφαρμάκων προμηνύουν νέο κύμα ανατιμήσεων. Οι καταναλωτές, ήδη πιεσμένοι, ελπίζουν τουλάχιστον σε ουσιαστικά μέτρα στήριξης.
Μέχρι τότε, η αγωνία μεγαλώνει. Για τους γονείς που μετρούν τα κέρματα στο σούπερ μάρκετ, για τους ηλικιωμένους που κόβουν από αλλού για να φάνε ένα φρούτο, για όλους όσοι νιώθουν πως η καθημερινότητα τους ξεφεύγει – όχι από επιλογή, αλλά από ανάγκη.
👁️ Το άρθρο αυτό προβλήθηκε 692 φορές.